Succédané en grec
Traduction: succédané, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
υποκαθιστώ, αναπληρώνω, αναπληρωματικός, αντικατάσταση, πρόχειρος, αντικαταστάτης, υποκατάστατο, υποκατάστατα, υποκατάστατων, υποκατάστατου, υποκαθιστά
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): succédané
définition succédané, succédané antonymes, succédané café, succédané d'oeuf, succédané de chocolat, succédané dictionnaire de langue grec, succédané en grec
Traductions
- succédant en grec - διαδεχόμενος, πετυχαίνοντας, επιτυχία, επιτυχίας, επόμενες
- succéder en grec - επιτυγχάνω, πετυχαίνω, επιτύχει, επιτύχουν, πετύχει, να πετύχει, πετύχουν
- succédez en grec - επιτυγχάνω, πετυχαίνω, είναι, αποτελούν, έχουν, οι, βρίσκονται
Mots aléatoires
Succédané en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: υποκαθιστώ, αναπληρώνω, αναπληρωματικός, αντικατάσταση, πρόχειρος, αντικαταστάτης, υποκατάστατο, υποκατάστατα, υποκατάστατων, υποκατάστατου, υποκαθιστά
Traductions: υποκαθιστώ, αναπληρώνω, αναπληρωματικός, αντικατάσταση, πρόχειρος, αντικαταστάτης, υποκατάστατο, υποκατάστατα, υποκατάστατων, υποκατάστατου, υποκαθιστά