Successif en grec
Traduction: successif, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
αλλεπάλληλος, μεταγενέστερος, επόμενος, σειρά, μετά, διαδοχικός, διαδοχικές, διαδοχικών, διαδοχικά, διαδοχική, τις διαδοχικές
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): successif
contrat successif, successif antonymes, successif auto, successif casse, successif casse auto, successif dictionnaire de langue grec, successif en grec
Traductions
- suc en grec - εξαντλώ, ζουμί, χυμός, χυμό, χυμού, χυμών, χυμούς
- successeur en grec - αντικατάσταση, αντικαταστάτης, περιεκτικός, κληρονόμος, σύντομος, διάδοχος, διάδοχο, ...
- succession en grec - αλλεπάλληλος, διαδοχικός, κειμήλιο, σειρά, διαδοχή, πλεύση, αλληλουχία, ...
- successivement en grec - κληρονόμος, διαδοχικώς, διαδοχικά, διαδοχική, σταδιακά
Mots aléatoires
Successif en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: αλλεπάλληλος, μεταγενέστερος, επόμενος, σειρά, μετά, διαδοχικός, διαδοχικές, διαδοχικών, διαδοχικά, διαδοχική, τις διαδοχικές
Traductions: αλλεπάλληλος, μεταγενέστερος, επόμενος, σειρά, μετά, διαδοχικός, διαδοχικές, διαδοχικών, διαδοχικά, διαδοχική, τις διαδοχικές