Succession en grec
Traduction: succession, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
αλλεπάλληλος, διαδοχικός, κειμήλιο, σειρά, διαδοχή, πλεύση, αλληλουχία, κληρονομιά, περιουσία, πιάτο, διαδοχικά, διαδοχής, κληρονομική διαδοχή
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): succession
abattement, abattement succession, bareme succession, droit, droit de succession, succession dictionnaire de langue grec, succession en grec
Traductions
- successeur en grec - αντικατάσταση, αντικαταστάτης, περιεκτικός, κληρονόμος, σύντομος, διάδοχος, διάδοχο, ...
- successif en grec - αλλεπάλληλος, μεταγενέστερος, επόμενος, σειρά, μετά, διαδοχικός, διαδοχικές, ...
- successivement en grec - κληρονόμος, διαδοχικώς, διαδοχικά, διαδοχική, σταδιακά
- succin en grec - πορτοκαλί, κεχριμπάρι, κεχριμπαρένιο, κεχριμπαριού, κίτρινο
Mots aléatoires
Succession en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: αλλεπάλληλος, διαδοχικός, κειμήλιο, σειρά, διαδοχή, πλεύση, αλληλουχία, κληρονομιά, περιουσία, πιάτο, διαδοχικά, διαδοχής, κληρονομική διαδοχή
Traductions: αλλεπάλληλος, διαδοχικός, κειμήλιο, σειρά, διαδοχή, πλεύση, αλληλουχία, κληρονομιά, περιουσία, πιάτο, διαδοχικά, διαδοχής, κληρονομική διαδοχή