Suffisant en grec
Traduction: suffisant, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
μέτριος, διαβατός, μάταιος, επαρκής, εγωκεντρικός, πολλοί, πολλά, αυτάρεσκος, ματαιόδοξος, ξιπασμένος, άφθονος, νισάφι, αλαζονικός, επαρκώς, αρκετά, αρκετό, αρκετή, αρκεί, είναι αρκετά
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): suffisant
air suffisant, est ce suffisant, est-ce suffisant, il est suffisant, iphone 8go suffisant, suffisant dictionnaire de langue grec, suffisant en grec
Traductions
- suffisamment en grec - καλά, επαρκώς, νισάφι, πηγάδι, ικανοποιητικά, λοιπόν, αναβλύζω, ...
- suffisance en grec - έπαρση, φιλαυτία, ματαιότητα, κενοδοξία, ματαιοδοξία, επαρκής, αλαζονεία, ...
- suffisent en grec - επαρκώ, αρκετά, αρκετό, αρκετή, αρκεί, είναι αρκετά
- suffisez en grec - επαρκώ, αρκεί, επαρκεί, επαρκούν, αρκούν, αρκεί για
Mots aléatoires
Suffisant en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: μέτριος, διαβατός, μάταιος, επαρκής, εγωκεντρικός, πολλοί, πολλά, αυτάρεσκος, ματαιόδοξος, ξιπασμένος, άφθονος, νισάφι, αλαζονικός, επαρκώς, αρκετά, αρκετό, αρκετή, αρκεί, είναι αρκετά
Traductions: μέτριος, διαβατός, μάταιος, επαρκής, εγωκεντρικός, πολλοί, πολλά, αυτάρεσκος, ματαιόδοξος, ξιπασμένος, άφθονος, νισάφι, αλαζονικός, επαρκώς, αρκετά, αρκετό, αρκετή, αρκεί, είναι αρκετά