Tautologique en grec
Traduction: tautologique, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ταυτολογικός, ταυτολογικοί, ταυτολογικές, ταυτολογικής, ταυτολογική
Autres langues
Mots associés / Définition (def): tautologique
raisonnement tautologique, tautologie contraire, tautologique antonymes, tautologique définition, tautologique définition français, tautologique dictionnaire de langue grec, tautologique en grec
Traductions
- taureau en grec - ταύρος, βούλα, κάρτα στον, την κάρτα στον, ταύρο, ταύρου
- tautologie en grec - ταυτολογία, ταυτολογίας, την ταυτολογία, είναι ταυτολογία, μια ταυτολογία
- taux en grec - τάξη, βαθμός, αναλογία, υπάγω, ψηφίο, έκταση, πτυχίο, ...
- taverne en grec - χάνι, μπαρ, ταβέρνα, Η ταβέρνα, ταβέρνας, ταβέρνα του, ταβέρνα που
Mots aléatoires
Tautologique en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ταυτολογικός, ταυτολογικοί, ταυτολογικές, ταυτολογικής, ταυτολογική
Traductions: ταυτολογικός, ταυτολογικοί, ταυτολογικές, ταυτολογικής, ταυτολογική