Technologique en grec
Traduction: technologique, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
τεχνολογικός, τεχνολογία, Τεχνολογίας, Technology, της τεχνολογίας, την τεχνολογία
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): technologique
bac st2s, bac sti2d, bac technologique, bac technologique hotellerie, bac technologique st2s, technologique dictionnaire de langue grec, technologique en grec
Traductions
- technocratie en grec - τεχνοκρατία, τεχνοκρατίας, της τεχνοκρατίας, η τεχνοκρατία
- technologie en grec - τεχνολογία, τεχνολογίας, της τεχνολογίας, την τεχνολογία, η τεχνολογία
- technologue en grec - μηχανεύομαι, μηχανικός, τεχνολόγος, τεχνολόγο, τεχνολόγος στην, τεχνολόγου, τεχνολόγος του
- technétium en grec - Το τεχνήτιο, Τεχνίτιο, Τεχνήτιου, Τεχνήτιο, Σύμπλοκο τεχνητίον
Mots aléatoires
Technologique en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: τεχνολογικός, τεχνολογία, Τεχνολογίας, Technology, της τεχνολογίας, την τεχνολογία
Traductions: τεχνολογικός, τεχνολογία, Τεχνολογίας, Technology, της τεχνολογίας, την τεχνολογία