Tiennent en grec
Traduction: tiennent, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
αμπάρι, κρατώ, κρατήστε, κρατήστε πατημένο το, κρατήστε πατημένο, κατέχουν, κατέχει
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): tiennent
deux femmes, ils tiennent, les tiennent, tiennent a coeur, tiennent antonymes, tiennent dictionnaire de langue grec, tiennent en grec
Traductions
- ticket en grec - κάρτα, εισιτήριο, εισιτηρίων, εισιτηρίου, με εισιτήρια για, με εισιτήρια
- tien en grec - σας, δικός σας, δικό σου, δική σας, δικά σας, δικό σας
- tiens en grec - κρατώ, αμπάρι, θέλω, θέλετε, θέλουν, επιθυμούν, επιθυμείτε
- tient en grec - κατέχει, κρατά, διαθέτει, κάτοχος, ισχύει
Mots aléatoires
Tiennent en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: αμπάρι, κρατώ, κρατήστε, κρατήστε πατημένο το, κρατήστε πατημένο, κατέχουν, κατέχει
Traductions: αμπάρι, κρατώ, κρατήστε, κρατήστε πατημένο το, κρατήστε πατημένο, κατέχουν, κατέχει