Tors en grec
Traduction: tors, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
στραβός, ειρωνικός, λοξός, στραβά, στριμμένα, στριμμένο, συνεστραμμένου, συνεστραμμένο, συνεστραμμένα
Autres langues
Mots associés / Définition (def): tors
a tors, clocher, clocher tors, clochers tors, des tors, tors dictionnaire de langue grec, tors en grec
Traductions
- torride en grec - καυτερός, φλογισμένος, καυτός, καυστικός, καυτηρός, παθιασμένη, torrid, ...
- torréfier en grec - καβουρδίζω, καψαλίζω, ψήνω, καβουρντίζω, καίω, ξεραίνω, ψητό, ...
- torsade en grec - στροφή, καμπή, πλοκή, στραμπουλίζω, συστροφή, στρίψιμο, συστροφής, ...
- torsader en grec - πλοκή, στροφή, στραμπουλίζω, καμπή, συστροφή, στρίψιμο, συστροφής, ...
Mots aléatoires
Tors en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: στραβός, ειρωνικός, λοξός, στραβά, στριμμένα, στριμμένο, συνεστραμμένου, συνεστραμμένο, συνεστραμμένα
Traductions: στραβός, ειρωνικός, λοξός, στραβά, στριμμένα, στριμμένο, συνεστραμμένου, συνεστραμμένο, συνεστραμμένα