Tracasser en grec
Traduction: tracasser, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ταλαιπωρία, τσιμπώ, βουτώ, πειράζω, ταλαιπωρώ, κλέβω, κόπος, σβάρνα, μπελάς, ενοχλούμαι, πενθώ, παρενοχλώ, σκοτίζομαι, ξεμπλέκω, θρηνώ, ταράσσομαι, ενοχλώ, ενόχληση, ενοχλεί, κόπο, τον κόπο
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): tracasser
tracasser antonymes, tracasser conj, tracasser conjugaison, tracasser en anglais, tracasser espagnol, tracasser dictionnaire de langue grec, tracasser en grec
Traductions
- trac en grec - τρακ, το τρακ, σκηνικό τρόμο, το σκηνικό τρόμο, διστακτικό
- tracas en grec - έννοια, οδύνη, κόπος, λύπη, ενόχληση, φασαρία, μπελάς, ...
- tracasserie en grec - παρενόχληση, κακοποίησης, κακοποίηση, σεξουαλική παρενόχληση, για σεξουαλική παρενόχληση
- tracasseries en grec - ταραχή, αναστάτωση, φασαρία, παρενόχληση, παρενοχλώντας, παρενοχλεί, παρενοχλούν, ...
Mots aléatoires
Tracasser en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ταλαιπωρία, τσιμπώ, βουτώ, πειράζω, ταλαιπωρώ, κλέβω, κόπος, σβάρνα, μπελάς, ενοχλούμαι, πενθώ, παρενοχλώ, σκοτίζομαι, ξεμπλέκω, θρηνώ, ταράσσομαι, ενοχλώ, ενόχληση, ενοχλεί, κόπο, τον κόπο
Traductions: ταλαιπωρία, τσιμπώ, βουτώ, πειράζω, ταλαιπωρώ, κλέβω, κόπος, σβάρνα, μπελάς, ενοχλούμαι, πενθώ, παρενοχλώ, σκοτίζομαι, ξεμπλέκω, θρηνώ, ταράσσομαι, ενοχλώ, ενόχληση, ενοχλεί, κόπο, τον κόπο