Unifier en grec
Traduction: unifier, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
συνέταιρος, εμπεδώνω, ενώνω, συνενώνω, συσχετίζω, συμφιλιώνομαι, ενοποιώ, συμφιλιώνω, συγχωνεύομαι, ξανασμίγω, κατατάσσομαι, συγχωνεύω, εδραιώνω, συνδέω, ενοποίηση, ενοποιήσει, ενοποιήσουμε, ενοποιήσουν, την ενοποίηση
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): unifier
unifier antonymes, unifier en anglais, unifier ftb, unifier grammaire, unifier la peau, unifier dictionnaire de langue grec, unifier en grec
Traductions
- unifie en grec - ζυγά, εξισώνει, Evens, τα Evens, Ο Evens
- unifient en grec - ενοποιώ, ενοποίηση, ενοποιήσει, ενοποιήσουμε, ενοποιήσουν, την ενοποίηση
- unifiez en grec - ενοποιώ, ενοποίηση, ενοποιήσει, ενοποιήσουμε, ενοποιήσουν, την ενοποίηση
- unifions en grec - ενοποιώ, ενοποίηση, ενοποιήσει, ενοποιήσουμε, ενοποιήσουν, την ενοποίηση
Mots aléatoires
Unifier en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: συνέταιρος, εμπεδώνω, ενώνω, συνενώνω, συσχετίζω, συμφιλιώνομαι, ενοποιώ, συμφιλιώνω, συγχωνεύομαι, ξανασμίγω, κατατάσσομαι, συγχωνεύω, εδραιώνω, συνδέω, ενοποίηση, ενοποιήσει, ενοποιήσουμε, ενοποιήσουν, την ενοποίηση
Traductions: συνέταιρος, εμπεδώνω, ενώνω, συνενώνω, συσχετίζω, συμφιλιώνομαι, ενοποιώ, συμφιλιώνω, συγχωνεύομαι, ξανασμίγω, κατατάσσομαι, συγχωνεύω, εδραιώνω, συνδέω, ενοποίηση, ενοποιήσει, ενοποιήσουμε, ενοποιήσουν, την ενοποίηση