Vénal en grec
Traduction: vénal, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
άτιμος, εκμαυλίζω, διαφθείρω, ξεμαυλίζω, αλλοιώνω, αργυρώνητος, εξαγοραζόμενος, venal, εξαγοράσιμοι, αργυρώνητοι
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): vénal
définition vénal, vénal anglais, vénal antonyme, vénal antonymes, vénal contraire, vénal dictionnaire de langue grec, vénal en grec
Traductions
- vélocité en grec - εκστρατεία, αναλογία, ταχύτητα, φόρα, τρέχω, επισπεύδω, τιμή, ...
- vélomoteur en grec - μοτοποδήλατο, μοτοποδηλάτου, μοτοποδηλάτων, μοτοποδήλατα, του μοτοποδηλάτου
- vénalité en grec - δωροδοκία, αργυρώνητο, δωροληψία, δωροληψίας
- véniel en grec - πεζός, ανεπίσημος, ξέγνοιαστος, κοινός, μονότονος, συγγνωστός, συγχώρητος, ...
Mots aléatoires
Vénal en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: άτιμος, εκμαυλίζω, διαφθείρω, ξεμαυλίζω, αλλοιώνω, αργυρώνητος, εξαγοραζόμενος, venal, εξαγοράσιμοι, αργυρώνητοι
Traductions: άτιμος, εκμαυλίζω, διαφθείρω, ξεμαυλίζω, αλλοιώνω, αργυρώνητος, εξαγοραζόμενος, venal, εξαγοράσιμοι, αργυρώνητοι