Valise en grec
Traduction: valise, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
χαρτοφύλακας, υπόθεση, περιστατικό, προβοσκίδα, θήκη, σεντούκι, κράτημα, πιάνω, βαλίτσα, τσάντα, λαβή, μπαούλο, βαλίτσας, τη βαλίτσα, αποσκευή, η βαλίτσα
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): valise
bagage, delsey, dimension valise cabine, la valise, samsonite, valise dictionnaire de langue grec, valise en grec
Traductions
- valider en grec - κυρώνω, επικύρωση, επικυρώνει, επικυρώνουν, επικυρώσει, την επικύρωση
- validité en grec - γνησιότητα, κύρος, ισχύς, εγκυρότητα, ισχύος, ισχύ
- vallon en grec - χαράδρα, λαγκάδα, μικρή κοιλάδα, μικρής κοιλάδας, μικρή πεδιάδα
- vallonné en grec - λοφώδης, λοφώδες, λοφώδη, λοφώδεις, ορεινό
Mots aléatoires
Valise en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: χαρτοφύλακας, υπόθεση, περιστατικό, προβοσκίδα, θήκη, σεντούκι, κράτημα, πιάνω, βαλίτσα, τσάντα, λαβή, μπαούλο, βαλίτσας, τη βαλίτσα, αποσκευή, η βαλίτσα
Traductions: χαρτοφύλακας, υπόθεση, περιστατικό, προβοσκίδα, θήκη, σεντούκι, κράτημα, πιάνω, βαλίτσα, τσάντα, λαβή, μπαούλο, βαλίτσας, τη βαλίτσα, αποσκευή, η βαλίτσα