Тоалет στα ελληνικά
Μετάφραση: тоалет, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τουαλέτα, τουαλέτας, υγείας, καλλωπισμού, της τουαλέτας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- тичам στα ελληνικά - τρέχω, τρέξιμο, κίνηση, κίνηση από, επιχείρηση, τρέχει
- тишина στα ελληνικά - νηνεμία, σωπαίνω, ήρεμος, σιωπή, σιγή, σιωπής, τη σιωπή, ...
- това στα ελληνικά - αυτό, αυτή, αυτός, Αυτό το, αυτή η
- товар στα ελληνικά - καλός, αγαθός, αγαθό, εμπόρευμα, φορτίο, φορτίου, φόρτωσης, ...
Τυχαίες λέξεις
Тоалет στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τουαλέτα, τουαλέτας, υγείας, καλλωπισμού, της τουαλέτας
Μεταφράσεις: τουαλέτα, τουαλέτας, υγείας, καλλωπισμού, της τουαλέτας