Morigéner στα ελληνικά

Μετάφραση: morigéner, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκπαιδεύω, θετός, υψώνω, μαλώνω, ανατρέφω, πισινός, υιοθετώ, σηκώνω, αναστηλώνω, μορφώνω, τρέφω, επιπλήτω, μεταχειρίζονται, επιπλήττουν, επιπλήττουν τη
Morigéner στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adultérées στα ελληνικά - νοθευμένων, νοθευμένο, νοθευμένα, νοθευμένου, το νοθευμένο
  • avancèrent στα ελληνικά - προχωρημένος, προηγμένες, προχωρημένο, προηγμένων, προχωρημένη, προηγμένη
  • bavarder στα ελληνικά - κουτσομπόλης, κουβεντιάζω, ασυναρτησίες, κουδουνίζω, κουραφέξαλα, κροταλίζω, μιλώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Morigéner στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκπαιδεύω, θετός, υψώνω, μαλώνω, ανατρέφω, πισινός, υιοθετώ, σηκώνω, αναστηλώνω, μορφώνω, τρέφω, επιπλήτω, μεταχειρίζονται, επιπλήττουν, επιπλήττουν τη