Erzwingen στα ελληνικά

Μετάφραση: erzwingen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιβάλλω, εργαλείο, αιτούμαι, όργανο, βάζω, εφαρμόζω, υλοποιώ, δύναμη, ισχύ, ισχύει, ισχύος, ισχύουν
Erzwingen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aufmachend στα ελληνικά - αποστερέωση, αποσύνδεσιν, ξεκουμπώματος, αποσυνδέσεως, αποσύνδεσης της ζώνης
  • belasten στα ελληνικά - φορτώνω, ζαλίκι, φορτίο, υπονοώ, βάρος, φορτίου, φόρτωσης, ...
  • bronchial στα ελληνικά - βρογχικός, βρογχικό, βρογχικού, βρογχικών, βρογχική
  • dröhnte στα ελληνικά - βουίξει, άνθηση, boomed, βούιξε, παρουσίασε ραγδαία αύξηση
Τυχαίες λέξεις
Erzwingen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιβάλλω, εργαλείο, αιτούμαι, όργανο, βάζω, εφαρμόζω, υλοποιώ, δύναμη, ισχύ, ισχύει, ισχύος, ισχύουν