Επονομάζω στα ολλανδικά

Μετάφραση: επονομάζω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bijnaam, nickname, alias, nick, gebruikersnaam
Επονομάζω στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επονομάζω

επονομάζω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, επονομάζω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • επομένως στα ολλανδικά - bijgevolg, dus, zodoende, dientengevolge, daarom, derhalve, dan ook, ...
  • επονείδιστος στα ολλανδικά - scheld-, smadelijk, smaad-, beledigend, beledigende
  • εποπτεύω στα ολλανδικά - aflezen, controleren, schouwen, checken, nakijken, visiteren, inspecteren, ...
  • επουλώνομαι στα ολλανδικά - helen, genezen, litteken, littekens, litteken van, wondteken, scar
Τυχαίες λέξεις
Επονομάζω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: bijnaam, nickname, alias, nick, gebruikersnaam