Parir στα ελληνικά

Μετάφραση: parir, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεννώ, υποφέρω, Calve, Κάλβε, τοκετός, γεννώ αγελάδα
Parir στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • pariente στα ελληνικά - συγγενής, σχετικός, σχετική, σχέση, σε σχέση
  • parietal στα ελληνικά - πλευρικός, βρεγματικό, τοιχωματικών, τοιχωματικά, βρεγματικού
  • parlamentar στα ελληνικά - συνομιλώ, διαπραγματεύομαι, διασκέπτομαι, μαϊντανό, πλατιά, με πλατιά
  • parlamentario στα ελληνικά - κοινοβουλευτικός, κοινοβουλευτική, κοινοβουλευτικής, κοινοβουλευτικές, κοινοβουλευτικών
Τυχαίες λέξεις
Parir στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεννώ, υποφέρω, Calve, Κάλβε, τοκετός, γεννώ αγελάδα