Šakanje στα ελληνικά
Μετάφραση: šakanje, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εργοστάσιο, μύλος, αλέθω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- broda στα ελληνικά - πλοίο, πλοίου, πλοίων, του πλοίου, πλοία
- cikorija στα ελληνικά - ραδίκι, κιχωρίου, κιχώριο, φρυγμένο, το κιχώριο
- opredjeljenje στα ελληνικά - απόφαση, προορισμός, δέσμευση, δέσμευσή, δέσμευσης, τη δέσμευσή, τη δέσμευση
- oteklina στα ελληνικά - φλεγμονή, πρήξιμο, οίδημα, διόγκωση, διόγκωσης, διογκώσεως
Τυχαίες λέξεις
Šakanje στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εργοστάσιο, μύλος, αλέθω
Μεταφράσεις: εργοστάσιο, μύλος, αλέθω