Podizanje στα ελληνικά
Μετάφραση: podizanje, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υψώνω, σηκώνω, ασανσέρ, ανύψωση, άρση, ανύψωσης, άρσης, ανυψώσεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- atletski στα ελληνικά - αθλητικά, αθλητικός, αθλητικές, αθλητικό, αθλητική
- bovu στα ελληνικά - σημαδούρα, σημαντήρα, πλωτήρα, σημαντήρας, Πλωτήρας
- ishrana στα ελληνικά - διατροφή, διαιτολόγιο, τροφή, θρέψη, διατροφής, διατροφή των
- iskusan στα ελληνικά - ικανός, επιτήδειος, έντεχνος, εμπειρογνώμονας, προφίλ, μουσίτσα, ειδικός, ...
Τυχαίες λέξεις
Podizanje στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υψώνω, σηκώνω, ασανσέρ, ανύψωση, άρση, ανύψωσης, άρσης, ανυψώσεως
Μεταφράσεις: υψώνω, σηκώνω, ασανσέρ, ανύψωση, άρση, ανύψωσης, άρσης, ανυψώσεως