Vos στα ελληνικά

Μετάφραση: vos, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπάνιος, μόλις, δίκαιος, ελάχιστα, μόλις και μετά βίας, μετά βίας, σχεδόν
Vos στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • vonia στα ελληνικά - μπανιέρα, μπάνιο, λουτρό, σαπιοκάραβο, λουτρού, μπάνιου
  • voras στα ελληνικά - αράχνη, αράχνης, spider, της αράχνης, αραχνών
  • voverė στα ελληνικά - σκίουρος, σκίουρο, σκίουρου, σκιούρων
  • vožtuvas στα ελληνικά - βαλβίδα, βαλβίδας, της βαλβίδας, βαλβίδος, βαλβίδων
Τυχαίες λέξεις
Vos στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπάνιος, μόλις, δίκαιος, ελάχιστα, μόλις και μετά βίας, μετά βίας, σχεδόν