Hasznosság στα ελληνικά
Μετάφραση: hasznosság, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όφελος, χρησιμεύω, ωφελώ, χρησιμότητα, βοηθητικό πρόγραμμα, χρησιμότητας, βοηθητικό, κοινής ωφέλειας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- hastífusz στα ελληνικά - πυρετός, πυρετό, πανώλης, πανώλης των, πανώλη
- hasznos στα ελληνικά - χρήσιμος, χρήσιμες, χρήσιμη, εξυπηρετικό, χρήσιμο
- hasznosíthatóság στα ελληνικά - ανάκτησης, ανακτησιμότητα, ανάκτησής, δυνατότητα ανάκτησης, ανακτησιμότητας
- hasznosítás στα ελληνικά - χρησιμοποίηση, χρησιμοποίησης, αξιοποίηση, χρησιμοποίηση της, τη χρησιμοποίηση
Τυχαίες λέξεις
Hasznosság στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όφελος, χρησιμεύω, ωφελώ, χρησιμότητα, βοηθητικό πρόγραμμα, χρησιμότητας, βοηθητικό, κοινής ωφέλειας
Μεταφράσεις: όφελος, χρησιμεύω, ωφελώ, χρησιμότητα, βοηθητικό πρόγραμμα, χρησιμότητας, βοηθητικό, κοινής ωφέλειας