Терпляче στα ελληνικά
Μετάφραση: терпляче, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπομονετικά, υπομονή, με υπομονή, καρτερικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вила στα ελληνικά - πιρούνι, πιρουνιού, περόνη, διακλάδωση, πηρούνι
- здоровий στα ελληνικά - ρωμαλέος, γερός, ανθεκτικός, λογικός, υγιής, υγιή, υγιείς, ...
- комітет στα ελληνικά - επιτροπή, επιτροπής, ΟΚΕ, της επιτροπής, επιτροπή που
- лід στα ελληνικά - πάγος, πάγου, πάγο, με πάγο, παγωμένο
Τυχαίες λέξεις
Терпляче στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπομονετικά, υπομονή, με υπομονή, καρτερικά
Μεταφράσεις: υπομονετικά, υπομονή, με υπομονή, καρτερικά