Ходити στα ελληνικά

Μετάφραση: ходити, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υιοθετώ, θετός, ανατρέφω, πηγαίνω, πάω, πάει, πάτε, πηγαίνετε
Ходити στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • атеїзм στα ελληνικά - αθεϊσμός, αθεϊσμό, αθεϊσμού, αθεΐα, τον αθεϊσμό
  • видавати στα ελληνικά - εξελίσσομαι, αναπτύσσομαι, εκπέμπω, αναδίνω, απεικόνιση, προδίδω, έκδοση, ...
  • заблокувати στα ελληνικά - φραγμός, στηρίγματα, μπλοκ, κατηγορία, κατά κατηγορία, κατηγορίες, κατά κατηγορίες
  • локалізація στα ελληνικά - κατανομή, καταμερισμός, εντοπισμός, εντοπισμό, εντοπισμού, εντόπιση, τον εντοπισμό
Τυχαίες λέξεις
Ходити στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υιοθετώ, θετός, ανατρέφω, πηγαίνω, πάω, πάει, πάτε, πηγαίνετε