Fundament στα ελληνικά
Μετάφραση: fundament, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάθρο, ίδρυμα, θεμέλιο, ίδρυση, θεμέλια, βάσεις, ιδρύματα, ιδρυμάτων, θεμελίων
Μεταφράσεις
- funda στα ελληνικά - ουσιώδης, θεμελιώδης, θεραπεία, τη θεραπεία, αντιμετώπιση, την αντιμετώπιση, αντιμετωπίζουν
- fundacja στα ελληνικά - ίδρυση, χάρισμα, ίδρυμα, προικοδότηση, θεμέλιο, βάθρο, θεμέλια, ...
- fundamentalista στα ελληνικά - φονταμενταλιστική, φονταμενταλιστικές, φονταμενταλιστικά, φονταμενταλιστικό, φονταμενταλιστικών
- fundamentalizm στα ελληνικά - φονταμενταλισμό, φονταμενταλισμός, φονταμενταλισμού, τον φονταμενταλισμό, του φονταμενταλισμού
Τυχαίες λέξεις
Fundament στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάθρο, ίδρυμα, θεμέλιο, ίδρυση, θεμέλια, βάσεις, ιδρύματα, ιδρυμάτων, θεμελίων
Μεταφράσεις: βάθρο, ίδρυμα, θεμέλιο, ίδρυση, θεμέλια, βάσεις, ιδρύματα, ιδρυμάτων, θεμελίων