Osuszać στα ελληνικά

Μετάφραση: osuszać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στραγγίζω, οχετός, ξηρός, ξηρό, ξηρού, ξηρά, ξηρή
Osuszać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • astronom στα ελληνικά - αστρονόμος, αστρονόμο, αστρονόμου, ο αστρονόμος, τον αστρονόμο
  • bankierstwo στα ελληνικά - τραπεζικές εργασίες, τραπεζικών εργασιών, τραπεζικών δραστηριοτήτων, τραπεζικές δραστηριότητες, Εργασιών
  • głodzić στα ελληνικά - λιμοκτονώ, πεινώ, πεθαίνω της πείνας, λιμοκτονήσουν, λιμοκτονούν, να λιμοκτονήσουν, λιμοκτονήσει
  • interwencjonizm στα ελληνικά - μεσολάβηση, διαπλοκή, παρεμβατισμός, παρεμβατισμό, παρεμβατισμού, του παρεμβατισμού, παρεμβατικότητα
Τυχαίες λέξεις
Osuszać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στραγγίζω, οχετός, ξηρός, ξηρό, ξηρού, ξηρά, ξηρή