Skojarzenie στα ελληνικά
Μετάφραση: skojarzenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχέση, συνδυασμός, σύνδεσμος, σύνδεσης, ένωση, συνδέσμου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- chodak στα ελληνικά - τσόκαρο, βώλος, βουλώνω, εμποδίζω, clog που, κωλύω
- chrabąszcz στα ελληνικά - σκαθάρι, μηλολόνθη, μηλολόνθης
- drzwi στα ελληνικά - πόρτα, πόρτας, θύρα, θύρας, θυρών
- dyspensować στα ελληνικά - απονέμω, απαλλάξει, να απαλλάξει, διανομή, διανέμουν, μην
Τυχαίες λέξεις
Skojarzenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχέση, συνδυασμός, σύνδεσμος, σύνδεσης, ένωση, συνδέσμου
Μεταφράσεις: σχέση, συνδυασμός, σύνδεσμος, σύνδεσης, ένωση, συνδέσμου