Zamierzać στα ελληνικά

Μετάφραση: zamierzać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχεδιασμός, προλαμβάνω, παραδόπιστος, σημαίνω, τσιγκούνης, σκοπεύω, σχεδιάζω, προτείνω, προκαταλαμβάνω, σχέδιο, εννοώ, προτίθεμαι, προτίθενται, προτίθεται, σκοπεύουν
Zamierzać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dżip στα ελληνικά - τζιπ, τζίπ, Jeep, με τζιπ, το τζιπ
  • ekwiwalentny στα ελληνικά - ισότιμος, αντίστοιχος, ισοδύναμος, ισοδύναμο, ισοδύναμη, ισοδύναμου, ισοδύναμες
  • gawędziarski στα ελληνικά - γλαφυρός, ομιλητικός, φλύαρος, φλύαρα, ομηλιτικό, τους φλύαρους
  • huk στα ελληνικά - μπουμπουνίζω, βρυχηθμός, πάταγος, κηφήνας, γδούπος, πέφτω, δυνατός, ...
Τυχαίες λέξεις
Zamierzać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχεδιασμός, προλαμβάνω, παραδόπιστος, σημαίνω, τσιγκούνης, σκοπεύω, σχεδιάζω, προτείνω, προκαταλαμβάνω, σχέδιο, εννοώ, προτίθεμαι, προτίθενται, προτίθεται, σκοπεύουν