Жидкость στα ελληνικά
Μετάφραση: жидкость, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ύδωρ, υγρό, ρευστό, υγρού, ρευστού, υγρών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- жидкий στα ελληνικά - νερουλός, υγρός, σπάνιος, τσαπατσούλης, υγρό, βουρκωμένος, αδύναμος, ...
- жидковатый στα ελληνικά - υγρός, αδύναμος, βουρκωμένος, νερουλός, ανίσχυρος, υδαρής, υδαρή, ...
- жижа στα ελληνικά - ακαταστασία, υγρή, υγρό, υγρού, υγρών, υγρά
- жижица στα ελληνικά - zhizhitsa
Τυχαίες λέξεις
Жидкость στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ύδωρ, υγρό, ρευστό, υγρού, ρευστού, υγρών
Μεταφράσεις: ύδωρ, υγρό, ρευστό, υγρού, ρευστού, υγρών