Операционный στα ελληνικά
Μετάφραση: операционный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λειτουργικός, λειτουργίας, λειτουργικές, λειτουργικό, λειτουργικών, λειτουργικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- гильза στα ελληνικά - περιστατικό, κέλυφος, θάμνος, βαλίτσα, θήκη, υπόθεση, καβούκι, ...
- груз στα ελληνικά - ζαλίκι, φόρτωση, γεμίζω, βάρος, φορτίο, αποστολή, επιβίβαση, ...
- гуж στα ελληνικά - ανιχνεύω, τράβηγμα, ανακαλύπτω, ίχνος, υπόλειμμα, ρυμουλκό, ρυμουλκού, ...
- доверяющий στα ελληνικά - εμπιστευτικός, τραστ, καταπιστεύματα, καταπιστευμάτων, εμπιστεύεται, ευελπιστεί
Τυχαίες λέξεις
Операционный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λειτουργικός, λειτουργίας, λειτουργικές, λειτουργικό, λειτουργικών, λειτουργικά
Μεταφράσεις: λειτουργικός, λειτουργίας, λειτουργικές, λειτουργικό, λειτουργικών, λειτουργικά