Plne στα ελληνικά

Μετάφραση: plne, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εντελώς, αρκετά, πλήρως, πλήρη, απόλυτα, απολύτως, την πλήρη
Plne στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • pleť στα ελληνικά - δέρμα, χροιά, γδέρνω, προβιά, δέρματος, του δέρματος, το δέρμα, ...
  • plisovaní στα ελληνικά - πιέτα, γαρνίρισμα, πλισές, πτυχές, πιέτες, πτυχών, πτυχώσεις
  • plniči στα ελληνικά - πληρωτικά, πληρωτικά υλικά, υλικά πληρώσεως, πληρωτικών, γεμιστικά
  • plniť στα ελληνικά - γεμίζω, γέμισμα, αναπληρώσει, συμπληρώστε, συμπληρώσετε, γεμίσει
Τυχαίες λέξεις
Plne στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εντελώς, αρκετά, πλήρως, πλήρη, απόλυτα, απολύτως, την πλήρη