Blok στα ελληνικά
Μετάφραση: blok, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στηρίγματα, φραγμός, μπλοκ, κατηγορία, κατά κατηγορία, κατηγορίες, κατά κατηγορίες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- biçimsel στα ελληνικά - επίσημος, επίσημη, επίσημης, τυπική, επίσημες
- biçmek στα ελληνικά - θερίζω, κόψει, κουρεύετε, κόψει το, κουρεύει
- blöf στα ελληνικά - ευθύς, ντόμπρος, μπλόφα, Bluff, του Bluff, μπλόφας, το Bluff
- bobin στα ελληνικά - μηχανάκι, σπείρα, πηνίο, πηνίου, σπείρας, του πηνίου
Τυχαίες λέξεις
Blok στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: στηρίγματα, φραγμός, μπλοκ, κατηγορία, κατά κατηγορία, κατηγορίες, κατά κατηγορίες
Μεταφράσεις: στηρίγματα, φραγμός, μπλοκ, κατηγορία, κατά κατηγορία, κατηγορίες, κατά κατηγορίες