Opustit στα ελληνικά

Μετάφραση: opustit, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραιτούμαι, έξοδος, φεύγω, εγκαταλείπω, εκκενώνω, αδειάζω, παρατάω, άδεια, φύγω, αφήσει, αφήνουν, αφήσετε
Opustit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • optimistický στα ελληνικά - αισιόδοξος, αισιόδοξη, αισιόδοξοι, αισιόδοξες, αισιόδοξο
  • opuchnout στα ελληνικά - φουσκώνω, πρήζω, εξογκώνω, πρηστεί, πρήζονται, γίνουν πρησμένα, γίνει φουσκωμένα, ...
  • opuštěnost στα ελληνικά - ερήμωση, ερήμωσης, ερημώσεως, ερημιά, θλίψης
  • opuštění στα ελληνικά - εγκατάλειψη, εγκατάλειψης, την εγκατάλειψη, η εγκατάλειψη, εγκαταλείψεως
Τυχαίες λέξεις
Opustit στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραιτούμαι, έξοδος, φεύγω, εγκαταλείπω, εκκενώνω, αδειάζω, παρατάω, άδεια, φύγω, αφήσει, αφήνουν, αφήσετε