Uštěpačný στα ελληνικά

Μετάφραση: uštěpačný, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θυελλώδης, σαρκαστικός, περιπαιχτικός, καυστικός, πικρός, εμπαικτικός, διακωμώδηση, σκωπτική, χλευασμού, περιπαικτική, κοροϊδευτικό
Uštěpačný στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dotyčný στα ελληνικά - εν λόγω, λόγω, εν, υπό εξέταση, επίμαχη
  • horal στα ελληνικά - ορειβάτης, Mountaineer, ορειβάτη, ορεσίβιος, αλπινιστής
  • komunita στα ελληνικά - κοινότητα, Κοινότητας, κοινοτικό, της Κοινότητας, κοινωνία
Τυχαίες λέξεις
Uštěpačný στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θυελλώδης, σαρκαστικός, περιπαιχτικός, καυστικός, πικρός, εμπαικτικός, διακωμώδηση, σκωπτική, χλευασμού, περιπαικτική, κοροϊδευτικό