Liiketoimi στα ελληνικά

Μετάφραση: liiketoimi, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διεκπεραίωση, συναλλαγή, νταραβέρι, δοσοληψία, συναλλαγής, πράξη, συναλλαγών, πράξης
Liiketoimi στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • liikenteenharjoittaja στα ελληνικά - φορέας, μεταφορέας, φορέα, μεταφορέα, μεταφορικής
  • liikerata στα ελληνικά - πτήση, φυγή, η τροχιά, η πορεία, πήρε η πορεία
  • liiketoiminta στα ελληνικά - επιχείρηση, δουλειές, δουλειά, υπόθεση, την επιχείρηση, επιχειρήσεων, των επιχειρήσεων, ...
  • liikevaihto στα ελληνικά - τζίρος, κίνηση, κύκλου εργασιών, κύκλο εργασιών, κύκλος εργασιών, του κύκλου εργασιών
Τυχαίες λέξεις
Liiketoimi στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διεκπεραίωση, συναλλαγή, νταραβέρι, δοσοληψία, συναλλαγής, πράξη, συναλλαγών, πράξης