Štedljiv na grčkom
Prijevod: štedljiv, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
στενός, λιτός, σφιχτός, οικονόμος, φειδωλοί, οικονόμο, οικονόμοι
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: štedljiv
štedljiv eng, štedljiv auto, štedljiv rječnik grčki, štedljiv na grčkom
Prijevodi
- štavljač na grčkom - βυρσοδέψης, Tanner, βυρσοδέψη, βυρσοδεψών, Tanner ο
- štedjeti na grčkom - αποταμιεύω, τσιγκουνεύομαι, διασώζω, αποκρούω, σύζυγος, εκτός, αποθηκεύσετε, ...
- štedljivost na grčkom - λιτότητα, σωφροσύνη, λιτότης, thrift, λιτότητας, φειδώ
- štednja na grčkom - οικονομία, αποταμίευση, οικονομίες, εξοικονόμηση, αποταμιεύσεις, εξοικονομήσεις
Nasumične riječi
Štedljiv na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: στενός, λιτός, σφιχτός, οικονόμος, φειδωλοί, οικονόμο, οικονόμοι
Prijevodi: στενός, λιτός, σφιχτός, οικονόμος, φειδωλοί, οικονόμο, οικονόμοι