Dospijeće na grčkom
Prijevod: dospijeće, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
ωριμότητα, λήξη, τη λήξη, ωριμότητας, ληκτότητα
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: dospijeće
dospijeće plaćanja, dospijeće tražbine, dospijeće mirovine, dospijeće mjenice, dospijeće računa, dospijeće rječnik grčki, dospijeće na grčkom
Prijevodi
- doslovce na grčkom - κυριολεκτικά, κυριολεξία, στην κυριολεξία, γράμμα, κατά γράμμα
- doslovno na grčkom - κυριολεκτικά, Πλήρη, αυτολεξεί, επί λέξει, λέξει, λέξη
- dospjelo na grčkom - πρέπων, απαιτούμενος, λόγω, οφείλεται, εξαιτίας, λόγω της, οφείλονται
- dosta na grčkom - πράγματι, νισάφι, αλήθεια, εντελώς, πολλά, αρκετός, αξιόλογος, ...
Nasumične riječi
Dospijeće na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: ωριμότητα, λήξη, τη λήξη, ωριμότητας, ληκτότητα
Prijevodi: ωριμότητα, λήξη, τη λήξη, ωριμότητας, ληκτότητα