Dostizati na grčkom
Prijevod: dostizati, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
περίπου, κατά προσέγγιση, προσέγγιση, προσεγγιστική
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: dostizati
dostizati rječnik grčki, dostizati na grčkom
Prijevodi
- dostignuti na grčkom - επιτυγχάνω, κατορθώνω, φθάσουν, φθάσει, φτάσουν, φτάσει, να φτάσει
- dostignuće na grčkom - συμφωνία, συγκατάθεση, κατόρθωμα, επίτευξη, επίτευγμα, υλοποίηση, επίτευξης
- dostići na grčkom - προσπερνώ, κατορθώνω, επιτυγχάνω, ξεπερνώ, φθάσουν, φθάσει, φτάσουν, ...
- dostižan na grčkom - νοητός, εφικτός, εφικτή, επιτευχθεί, εφικτό, επιτευχθούν
Nasumične riječi
Dostizati na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: περίπου, κατά προσέγγιση, προσέγγιση, προσεγγιστική
Prijevodi: περίπου, κατά προσέγγιση, προσέγγιση, προσεγγιστική