Dozivati na grčkom
Prijevod: dozivati, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
επικαλούμαι, κραυγή, φωνάζουν, φωνάζει, φωνάξει, πρόσταγμα
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: dozivati
dozivati nekoga u snu, dozivati boga u snu, dozivati majku u snu, dozivati nekog u snu, sanjati dozivati, dozivati rječnik grčki, dozivati na grčkom
Prijevodi
- doziranje na grčkom - δοσολογία, δόση, δοσολογίας, δόσης, δόσεως
- dozirati na grčkom - δοσολογία, δόση, δόσης, τη δόση, της δόσης, δόσεων
- doznaka na grčkom - μετάθεση, κατανομή, μεταβίβαση, μεταγράφω, μετατάσσω, καταμερισμός, έμβασμα, ...
- doznati na grčkom - κατανοώ, καταλαβαίνω, μαθαίνω, μάθουν, μάθετε, να μάθουν, μάθει
Nasumične riječi
Dozivati na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: επικαλούμαι, κραυγή, φωνάζουν, φωνάζει, φωνάξει, πρόσταγμα
Prijevodi: επικαλούμαι, κραυγή, φωνάζουν, φωνάζει, φωνάξει, πρόσταγμα