Dugovati na grčkom
Prijevod: dugovati, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
οφείλω, χρέωση, χρωστώ, οφείλουμε, οφείλουν, οφείλετε, χρωστάμε
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: dugovati
dugovati prevod, dugovati english, dugovati eng, dugovati sanovnik, dugovati prijevod, dugovati rječnik grčki, dugovati na grčkom
Prijevodi
- dugotrajan na grčkom - μακροπρόθεσμος, μακροπρόθεσμη, μακροχρόνια, μακροπρόθεσμες, μακροπρόθεσμων
- dugovanje na grčkom - χρέωση, χρεωστική, χρεωστικές, χρεωστικής, χρεωστικών
- dugovi na grčkom - καθυστερούμενα, καθυστερούμενων, καθυστερημένων, καθυστερούμενων οφειλών, καθυστερούμενες
- dugovječnost na grčkom - μακροβιότητα, μακροζωία, μακροζωίας, τη μακροζωία, διάρκεια ζωής
Nasumične riječi
Dugovati na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: οφείλω, χρέωση, χρωστώ, οφείλουμε, οφείλουν, οφείλετε, χρωστάμε
Prijevodi: οφείλω, χρέωση, χρωστώ, οφείλουμε, οφείλουν, οφείλετε, χρωστάμε