Indosament na grčkom
Prijevod: indosament, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
επιδοκιμασία, οπισθογράφηση, έγκριση, θεώρηση, ένδειξη, επικύρωση
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: indosament
indosament čeka, indosament wikipedia, indosament definicija, indosament mjenica, indosament znacenje, indosament rječnik grčki, indosament na grčkom
Prijevodi
- individualno na grčkom - ατομικά, χωριστά, μεμονωμένα, ξεχωριστά, ατομικώς
- individualnu na grčkom - ατομικός, άτομο, επιμέρους, μεμονωμένων, ατομική, μεμονωμένες
- industrija na grčkom - κατασκευάζω, βιομηχανία, βιομηχανίας, κλάδου, κλάδου παραγωγής, κλάδο
- industrijalizacija na grčkom - εκβιομηχάνιση, βιομηχανοποίηση, εκβιομηχάνισης, βιομηχανοποίησης, την εκβιομηχάνιση
Nasumične riječi
Indosament na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: επιδοκιμασία, οπισθογράφηση, έγκριση, θεώρηση, ένδειξη, επικύρωση
Prijevodi: επιδοκιμασία, οπισθογράφηση, έγκριση, θεώρηση, ένδειξη, επικύρωση