Invalidnost na grčkom
Prijevod: invalidnost, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
ακυρότητα, αναπηρία, αναπηρίας, την αναπηρία, ανικανότητας, της αναπηρίας
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: invalidnost
invalidnost 30, invalidnost definicija, invalidnost i osobni odbitak, invalidnost i tjelesno oštećenje, invalidnost i invaliditet, invalidnost rječnik grčki, invalidnost na grčkom
Prijevodi
- intuitivan na grčkom - διαισθητικός, διαισθητική, διαισθητικό, έξυπνο, έξυπνη, διαισθητικά
- invalid na grčkom - ανάπηρος, άκυρος, άκυρη, άκυρο, άκυρα, μη έγκυρη
- invazija na grčkom - εισβολή, εισβολής, την εισβολή, επιδρομή, εισβολή στο
- inventar na grčkom - απογραφή, απογραφής, κατάλογο, αποθεμάτων, αποθέματος
Nasumične riječi
Invalidnost na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: ακυρότητα, αναπηρία, αναπηρίας, την αναπηρία, ανικανότητας, της αναπηρίας
Prijevodi: ακυρότητα, αναπηρία, αναπηρίας, την αναπηρία, ανικανότητας, της αναπηρίας