Iritirati na grčkom
Prijevod: iritirati, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
πόνος, ερεθίσει, ερεθίσουν, ερεθίζουν, ερεθίζει, να ερεθίσουν
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: iritirati
iritirati vikipedija, iritirati wiki, iritirati wikipedija, iritirati značenje, iritirati definicija, iritirati rječnik grčki, iritirati na grčkom
Prijevodi
- iradijacija na grčkom - ακτινοβολία, ακτινοβόληση, ακτινοβολίας, ακτινοβόλησης, την ακτινοβόληση
- irelevantan na grčkom - άσχετος, εξωτερικός, ξένες, ξένα, εξωγενής, εξωγενείς
- ironičan na grčkom - εύθυμος, παιχνιδιάρικος, ειρωνικός, ειρωνικό, ειρωνική, ειρωνεία, ειρωνικό το γεγονός
- iscijediti na grčkom - ζουλώ, στριμώχνω, αποσπώ, στύβω, εκχύλισμα, σφίξιμο, συμπίεση, ...
Nasumične riječi
Iritirati na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: πόνος, ερεθίσει, ερεθίσουν, ερεθίζουν, ερεθίζει, να ερεθίσουν
Prijevodi: πόνος, ερεθίσει, ερεθίσουν, ερεθίζουν, ερεθίζει, να ερεθίσουν