Isključiti na grčkom
Prijevod: isključiti, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
απελαύνω, κοντά, αποπνιχτικός, κολλητός, απομονώνω, έξοδος, πνιγηρός, αποκλείω, αποβάλλω, αποκλείουν, αποκλείει, αποκλείσει, να αποκλείσει, εξαιρούν
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: isključiti
isključiti windows update, isključiti roaming, isključiti facebook profil, isključiti vip sekretaricu, isključiti sekretaricu, isključiti rječnik grčki, isključiti na grčkom
Prijevodi
- isključen na grčkom - μακριά από, από, εκτός, off, μακριά
- isključenje na grčkom - απέλαση, αποβολή, αποκλεισμός, απαλλαγή, αποκλεισμού, αποκλεισμό, εξαίρεση, ...
- isključiv na grčkom - αποκλειστικότητα, αποκλειστικός, πέλμα, γλώσσα, αποκλειστική, αποκλειστικό, αποκλειστικά, ...
- isključiva na grčkom - αποκλειστικότητα, αποκλειστικός, αποκλειστική, αποκλειστικό, αποκλειστικά, αποκλειστικής
Nasumične riječi
Isključiti na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: απελαύνω, κοντά, αποπνιχτικός, κολλητός, απομονώνω, έξοδος, πνιγηρός, αποκλείω, αποβάλλω, αποκλείουν, αποκλείει, αποκλείσει, να αποκλείσει, εξαιρούν
Prijevodi: απελαύνω, κοντά, αποπνιχτικός, κολλητός, απομονώνω, έξοδος, πνιγηρός, αποκλείω, αποβάλλω, αποκλείουν, αποκλείει, αποκλείσει, να αποκλείσει, εξαιρούν