Iskorijeniti na grčkom
Prijevod: iskorijeniti, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
καταπραΰνω, ξεριζώνω, εξαφανίζω, εξολοθρεύω, ανακουφίζω, εξαλείφω, εξάλειψη, την εξάλειψη, εξάλειψη της, την εξάλειψη της, εκρίζωση
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: iskorijeniti
iskorijeniti engleski, iskorijeniti rječnik grčki, iskorijeniti na grčkom
Prijevodi
- iskopina na grčkom - απολίθωμα, ανασκαφή, εκσκαφή, εκσκαφής, ανασκαφής, ανασκαφών
- iskopčan na grčkom - αποσυνδεθεί, αποσυνδέεται, αποσυνδέθηκε, αποσυνδέονται, αποσυνδεδεμένη
- iskoristiti na grčkom - κατάσχω, καταλαμβάνω, χρήση, χρήσης, τη χρήση, χρησιμοποίηση, η χρήση
- iskorištavati na grčkom - λειτουργώ, εγχειρίζω, αξιοποιώ, εκμεταλλεύονται, εκμεταλλευτεί, εκμεταλλευτούν, αξιοποιήσουν, ...
Nasumične riječi
Iskorijeniti na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: καταπραΰνω, ξεριζώνω, εξαφανίζω, εξολοθρεύω, ανακουφίζω, εξαλείφω, εξάλειψη, την εξάλειψη, εξάλειψη της, την εξάλειψη της, εκρίζωση
Prijevodi: καταπραΰνω, ξεριζώνω, εξαφανίζω, εξολοθρεύω, ανακουφίζω, εξαλείφω, εξάλειψη, την εξάλειψη, εξάλειψη της, την εξάλειψη της, εκρίζωση