Isplatiti na grčkom

Prijevod: isplatiti, Rječnik: hrvatski » grčki

Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
εγκαθίσταμαι, κανονίζω, αθωώνω, πληρώνω, πληρωμή, απαλλάσσω, εξοφλήσει, πληρώσει μακριά, την αποπληρωμή, να πληρώσει μακριά, πληρώσετε μακριά
Isplatiti na grčkom
Povezane riječi
Drugi jezici

Povezane riječi: isplatiti

isplatiti se engleski, isplatiti novac engleski, isplatiti engleski, isplati se eng, isplatiti se, isplatiti rječnik grčki, isplatiti na grčkom

Prijevodi

  • isplata na grčkom - λύτρωση, επιχορήγηση, απολύω, εκροή, επίδομα, εκπυρσοκρότηση, εξαγορά, ...
  • isplatitelj na grčkom - πληρωτής, πληρωτή, πληρωτή που, τον πληρωτή, καταβάλλων
  • isplaćivati na grčkom - αφήνω, επιτρέπω, πληρωμή, πληρώσει, καταβάλει, πληρώσουν, πληρώνουν
  • isplivati na grčkom - αναδύομαι, αναδύονται, emerge, Προκύπτουν, αναδυθεί, Η επερχόμενη
Nasumične riječi
Isplatiti na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: εγκαθίσταμαι, κανονίζω, αθωώνω, πληρώνω, πληρωμή, απαλλάσσω, εξοφλήσει, πληρώσει μακριά, την αποπληρωμή, να πληρώσει μακριά, πληρώσετε μακριά