Naimenovati na grčkom
Prijevod: naimenovati, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
ορίζω, διορίζω, ορίσει, διορίσει, ορίσουν, να ορίσει, διορίζει
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: naimenovati
naimenovati rječnik grčki, naimenovati na grčkom
Prijevodi
- nailaziti na grčkom - διακυμαίνομαι, φάσμα, εμβέλεια, επισυμβαίνω, επέρχομαι
- naime na grčkom - ήτοι, δηλαδή, συγκεκριμένα, και συγκεκριμένα, ιδίως
- naivan na grčkom - αφελής, αφελείς, αφελές, αφελή, παρθένα
- naive na grčkom - αφελής, Naive, Αφελείς, Χωρίς Προηγούμενη Θεραπεία με, Οι αφελείς
Nasumične riječi
Naimenovati na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: ορίζω, διορίζω, ορίσει, διορίσει, ορίσουν, να ορίσει, διορίζει
Prijevodi: ορίζω, διορίζω, ορίσει, διορίσει, ορίσουν, να ορίσει, διορίζει