Obiluje na grčkom
Prijevod: obiluje, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
πλούτος, αφθονεί, αισθητός, αφθονούν, βρίθει, είναι γεμάτο
Povezane riječi
Drugi jezici
Povezane riječi: obiluje
obiluje rječnik grčki, obiluje na grčkom
Prijevodi
- obilnije na grčkom - τεράστιος, ογκώδης, άφθονος, άφθονη, άφθονα, άφθονο, πλούσια
- obilovati na grčkom - περίπου, για, περί, αφθονούν, βρίθουν, αφθονεί
- obim na grčkom - έκταση, πεδίο δράσης, περιθώριο, σκοπός, πεδίο εφαρμογής
- obiman na grčkom - μεγάλος, περιεκτικός, πλήρης, ευρύχωρος, εκτενής, εκτεταμένη, εκτεταμένες, ...
Nasumične riječi
Obiluje na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: πλούτος, αφθονεί, αισθητός, αφθονούν, βρίθει, είναι γεμάτο
Prijevodi: πλούτος, αφθονεί, αισθητός, αφθονούν, βρίθει, είναι γεμάτο