Obvezivati na grčkom

Prijevod: obvezivati, Rječnik: hrvatski » grčki

Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
πεδικλώνω, βιβλιοδετώ, δεσμεύω, δένω, δεσμευτικός, δεσμευτική, δέσμευσης, δεσμευτικός ως, δεσμευτικός ως προς
Obvezivati na grčkom
Povezane riječi
Drugi jezici

Povezane riječi: obvezivati

obvezivati rječnik grčki, obvezivati na grčkom

Prijevodi

  • obvezatnu na grčkom - υποχρεωτικός, υποχρεωτική, υποχρεωτικό, υποχρεωτικής, υποχρεωτικές, υποχρεωτικά
  • obvezivanje na grčkom - δέσμευση, δέσμευσή, δέσμευσης, τη δέσμευσή, τη δέσμευση
  • obveznica na grčkom - προάγω, προωθώ, δεσμός, δεσμό, ομολόγων, δεσμού, ομολόγου
  • obveznik na grčkom - πληρωτής, πληρωτή, πληρωτή που, τον πληρωτή, καταβάλλων
Nasumične riječi
Obvezivati na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: πεδικλώνω, βιβλιοδετώ, δεσμεύω, δένω, δεσμευτικός, δεσμευτική, δέσμευσης, δεσμευτικός ως, δεσμευτικός ως προς