Obveznik na grčkom
Prijevod: obveznik, Rječnik: hrvatski » grčki
Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
πληρωτής, πληρωτή, πληρωτή που, τον πληρωτή, καταβάλλων
Drugi jezici
Povezane riječi: obveznik
obveznik plaćanja doprinosa, obveznik engleski, obveznik poreza na dobit, obveznik fiskalizacije, obveznik revizije, obveznik rječnik grčki, obveznik na grčkom
Prijevodi
- obvezivati na grčkom - πεδικλώνω, βιβλιοδετώ, δεσμεύω, δένω, δεσμευτικός, δεσμευτική, δέσμευσης, ...
- obveznica na grčkom - προάγω, προωθώ, δεσμός, δεσμό, ομολόγων, δεσμού, ομολόγου
- obvezno na grčkom - υποχρεωτικός, υποχρεωτική, υποχρεωτικό, υποχρεωτικής, υποχρεωτικές, υποχρεωτικά
- obvezu na grčkom - υποχρέωση, δέσμευση, δέσμευσή, δέσμευσης, τη δέσμευσή, τη δέσμευση
Nasumične riječi
Obveznik na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: πληρωτής, πληρωτή, πληρωτή που, τον πληρωτή, καταβάλλων
Prijevodi: πληρωτής, πληρωτή, πληρωτή που, τον πληρωτή, καταβάλλων