Oličiti na grčkom

Prijevod: oličiti, Rječnik: hrvatski » grčki

Izvorni jezik:
hrvatski
Ciljani jezik:
grčki
Prijevodi:
εκφράζω, παριστάνω, συσσωματώνω, ενσαρκώνω, ενσωματώνω, προσωποποιώ, προσωποποιούν, προσωποποιούν τα, προσωποποιήσει, προσωποποιούν την
Oličiti na grčkom
Povezane riječi
Drugi jezici

Povezane riječi: oličiti

kako oličiti, oličiti rječnik grčki, oličiti na grčkom

Prijevodi

  • oličavati na grčkom - προσωποποιώ, υποδύομαι, υποδυθείτε, πλαστοπροσωπία, υποδύεστε, να υποδυθείτε
  • oličenje na grčkom - ενσάρκωση, προσωποποίηση, προσωποποίησης, προσωποποιημένη, η προσωποποίηση, προσωποποιήσεις
  • oljuštiti na grčkom - ξεφλουδίζω, ξύσμα, καθαρίζω, φλούδα, φλοιό, φλούδες, φλοιού, ...
  • olovka na grčkom - μολύβι, μολυβιού, το μολύβι, μολυβιών, με μολύβι
Nasumične riječi
Oličiti na grčkom - Rječnik: hrvatski » grčki
Prijevodi: εκφράζω, παριστάνω, συσσωματώνω, ενσαρκώνω, ενσωματώνω, προσωποποιώ, προσωποποιούν, προσωποποιούν τα, προσωποποιήσει, προσωποποιούν την